Greek Meaning of stuck around

κολλημένος

Other Greek words related to κολλημένος

Definitions and Meaning of stuck around in English

stuck around

to stay or wait about

FAQs About the word stuck around

κολλημένος

to stay or wait about

παρέμεινε,περίμενε,Γυρνούσε,έμεινε,κατοικία,κατοικούσε,κατοικούσε,κρεμασμένος,αναμενόμενο,αργοπορώ

ελευθερώθηκε εγγυημένος,κόβω,αποθανών,Αριστερά,μετακινηθήκαμε,παραιτούμαι,άφησε,πήγε,διασωθείς,μεθυσμένος

stuck (to) => κολλημένο σε, stuck (to or with) => κολλημένος (σε ή με), stubs => αποτσίγαρα, stubbing => μπεκρούλιασμα, strutting => προχωρώντας με κομψότητα,