Greek Meaning of stuck around
κολλημένος
Other Greek words related to κολλημένος
- ελευθερώθηκε εγγυημένος
- κόβω
- αποθανών
- Αριστερά
- μετακινηθήκαμε
- παραιτούμαι
- άφησε
- πήγε
- διασωθείς
- μεθυσμένος
- καθαρισμένο
- καθάρισε
- βγήκε
- κατέβηκε
- βγήκε έξω
- γεμάτη (προς τα επάνω ή προς τα έξω)
- ξεφλουδισμένο
- τράβηξε έξω
- έσπρωξε
- έσπρωξε πάνω
- έφυγαν τρέχοντας
- Σπρώχνω (έξω)
- Απογειώθηκε
- βγήκε έξω
- έφυγε
- εγκαταλελειμμένος
- διέφυγε
- δεσμευμένο
- απέδρασαν
- δραπέτευσε
- εκκενωμένος
- έφυγε
- πέταξε
- παραλείφθηκε
- τρελός
- Νυκτερινός (έξω ή απενεργοποιημένος)
- έρημος
- εγκατέλειψε
- άδειος
- διάσπαρτοι
- σκάω
- έγινε καπνός
Nearest Words of stuck around
Definitions and Meaning of stuck around in English
stuck around
to stay or wait about
FAQs About the word stuck around
κολλημένος
to stay or wait about
παρέμεινε,περίμενε,Γυρνούσε,έμεινε,κατοικία,κατοικούσε,κατοικούσε,κρεμασμένος,αναμενόμενο,αργοπορώ
ελευθερώθηκε εγγυημένος,κόβω,αποθανών,Αριστερά,μετακινηθήκαμε,παραιτούμαι,άφησε,πήγε,διασωθείς,μεθυσμένος
stuck (to) => κολλημένο σε, stuck (to or with) => κολλημένος (σε ή με), stubs => αποτσίγαρα, stubbing => μπεκρούλιασμα, strutting => προχωρώντας με κομψότητα,