Greek Meaning of buzzed (off)

μεθυσμένος

Other Greek words related to μεθυσμένος

Definitions and Meaning of buzzed (off) in English

buzzed (off)

No definition found for this word.

FAQs About the word buzzed (off)

μεθυσμένος

κόβω,αποθανών,δραπέτευσε,εκκενωμένος,πήρα,μετακινηθήκαμε,πήγε,διασωθείς,Φύγε,τρελός

έφτασε,ήρθε,παρέμεινε,εμφανίστηκε,ανέβηκε,πλησίασε,Κλειστό,κατοικούσε,χτύπημα,καταλύει

buzzards => γερακίνες, buzz cut => κούρεμα με τη μηχανή, buzz (off) => βουητό (φύγε), buys the farm => πεθαίνω, buys it => το αγοράζω,