Greek Meaning of buzzing (off)

βουητό (μακριά)

Other Greek words related to βουητό (μακριά)

Definitions and Meaning of buzzing (off) in English

buzzing (off)

No definition found for this word.

FAQs About the word buzzing (off)

βουητό (μακριά)

κόψιμο,αναχωρούντος,αποκτώντας,πηγαίνω,μετακινούμενο,Τραβώντας,Απογείωση,απελευθέρωση,φεύγω τρέχοντας,καθάρισμα

Άφιξη,ερχομένων,εναπομείναν,Φαίνεται,ανατέλλωντας,μόνιμος,προσεγγίζοντας,κλείσιμο,κατοικία,διαμονή

buzzes (off) => βούισμα, buzzes => βουητό, buzzed (off) => μεθυσμένος, buzzards => γερακίνες, buzz cut => κούρεμα με τη μηχανή,