Greek Meaning of nearing

πλησιάζοντας

Other Greek words related to πλησιάζοντας

Definitions and Meaning of nearing in English

Webster

nearing (p. pr. & vb. n)

of Near

FAQs About the word nearing

πλησιάζοντας

of Near

προσεγγίζοντας,ερχομένων,κοντά,επερχόμενο,επικείμενος,επικείμενος,διαθέσιμο,επερχόμενος,έρχομαι,αναμενόμενος

αργά,παρελθόν,πρόσφατος,παρελθόν,άλλοτε,,πρώην,παλιό,μία φορά,άλλος

nearhand => κοντά, nearest => πλησιέστερος, nearer => πιο κοντά, neared => πλησίαζε, near-death experience => Εμπειρία επιστροφής από κλινικό θάνατο,