Greek Meaning of onetime

μία φορά

Other Greek words related to μία φορά

Definitions and Meaning of onetime in English

Wordnet

onetime (s)

belonging to some prior time

FAQs About the word onetime

μία φορά

belonging to some prior time

περιστασιακός,σπάνιος,διαλείπουσα,απλός,Μία ευκαιρία,ασταθής,ακανόνιστος,nonce

κοινός,σταθερά,γνώριμος,συχνός,συνηθισμένος,περιοδικός,περιοδικό,επαναλαμβανόμενο,επαναλαμβανόμενος,τακτικός

one-thousandth => χιλιοστό, one-thirty-second => το ένα τριακοστό δεύτερο, one-third => ένα τρίτο, onethe => onethe, one-ten-thousandth => χιλιοστό,