Greek Meaning of one-way

μονής κατεύθυνσης

Other Greek words related to μονής κατεύθυνσης

Definitions and Meaning of one-way in English

Wordnet

one-way (s)

moving or permitting movement in one direction only

FAQs About the word one-way

μονής κατεύθυνσης

moving or permitting movement in one direction only

άτομο,ένας άντρας,μονόπλευρος,προσωπικός,ανύπαντρος,μοναχικός,μονόπλευρη,αποκλειστικός,ανεξάρτητος,ιδιωτικό

διμερής,συνεργατικός,συλλογικός,συνδυασμένος,κοινός,κοινοτικός,συντονισμένος,κοινό,συνεταιρισμός,άρθρωση

one-upmanship => Μεγαλομανία, one-twelfth => δωδέκατο, one-trillionth => τρισεκατομμυριοστό, one-to-one => ένας προς έναν, one-time => μιας χρήσης,