Greek Meaning of one-off
απλός
Other Greek words related to απλός
Nearest Words of one-off
Definitions and Meaning of one-off in English
one-off (n)
a happening that occurs only once and is not repeated
FAQs About the word one-off
απλός
a happening that occurs only once and is not repeated
μόνος,ένα,μόνο,ιδιαίτερος,μοναδικός,μόνος,διακριτός,διακριτικός,ανύπαντρος,ενικός
διάφορα,ετερογενής,πολλαπλή,διάφορα,μικτός,πολυποίκιλος,αμέτρητος,δημοφιλής,ποικίλω,δύτες
one-ninth => ένα ένατο, one-night stand => one night stand, oneness => ενότητα, one-millionth => εκατομμυριοστό, onement => ενότητα,