Greek Meaning of hung around
Γυρνούσε
Other Greek words related to Γυρνούσε
- ελευθερώθηκε εγγυημένος
- κόβω
- αποθανών
- Αριστερά
- μετακινηθήκαμε
- παραιτούμαι
- άφησε
- πήγε
- διασωθείς
- μεθυσμένος
- καθαρισμένο
- καθάρισε
- βγήκε
- κατέβηκε
- βγήκε έξω
- γεμάτη (προς τα επάνω ή προς τα έξω)
- ξεφλουδισμένο
- τράβηξε έξω
- έσπρωξε
- έσπρωξε πάνω
- έφυγαν τρέχοντας
- Σπρώχνω (έξω)
- Απογειώθηκε
- βγήκε έξω
- έφυγε
- εγκαταλελειμμένος
- διέφυγε
- δεσμευμένο
- απέδρασαν
- δραπέτευσε
- εκκενωμένος
- έφυγε
- πέταξε
- παραλείφθηκε
- τρελός
- Νυκτερινός (έξω ή απενεργοποιημένος)
- έρημος
- εγκατέλειψε
- άδειος
- διάσπαρτοι
- σκάω
- έγινε καπνός
Nearest Words of hung around
Definitions and Meaning of hung around in English
hung around
to pass time or stay idly in or at, to pass time idly or in relaxing or socializing, to pass time or stay in or at (a place) or in the company of (someone), to stay in or at a place for a period of time
FAQs About the word hung around
Γυρνούσε
to pass time or stay idly in or at, to pass time idly or in relaxing or socializing, to pass time or stay in or at (a place) or in the company of (someone), to
κατοικούσε,παρέμεινε,περίμενε,έμεινε,κολλημένος,κατοικία,κατοικούσε,Διεξαγόμενη,κρεμασμένος,αναμενόμενο
ελευθερώθηκε εγγυημένος,κόβω,αποθανών,Αριστερά,μετακινηθήκαμε,παραιτούμαι,άφησε,πήγε,διασωθείς,μεθυσμένος
hung about => ~~κρεμασμένος~~, hung (at) => κρεμασμένος (σε), hung (around or out) => περιφέρομαι (ή βγαίνω έξω), hundreds => εκατοντάδες, hunches => ενστικτώδεις προαισθήσεις,