Greek Meaning of hung (around or out)

περιφέρομαι (ή βγαίνω έξω)

Other Greek words related to περιφέρομαι (ή βγαίνω έξω)

Definitions and Meaning of hung (around or out) in English

hung (around or out)

No definition found for this word.

FAQs About the word hung (around or out)

περιφέρομαι (ή βγαίνω έξω)

συνδεδεμένος,συνδεδεμένος,σχετικός,ταξίδεψε,ταξίδεψε,συνδεδεμένος,δεσμευμένος,συναδελφώθηκε,προσχώρησε,συνδεδεμένος

Απέφευξε,απέφευξα,χωρίζω,αλλοτριωμένος,διασκορπισμένος,αποξενωμένος,διαχωρίζω,Χώρισαν,απορριφθεί,διαλυμένος

hundreds => εκατοντάδες, hunches => ενστικτώδεις προαισθήσεις, humuses => Χούμους, humungous => γιγαντιαίος, humps => καμπούρες,