Greek Meaning of fraternized

συναδελφώθηκε

Other Greek words related to συναδελφώθηκε

Definitions and Meaning of fraternized in English

Webster

fraternized (imp. & p. p.)

of Fraternize

FAQs About the word fraternized

συναδελφώθηκε

of Fraternize

συνδεδεμένος,έγιναν φίλοι,δεσμευμένος,συνδεδεμένος,προσχώρησε,αναμεμιγμένα,μικτός,τρέχω,τρέχω,ταξίδεψε

αλλοτριωμένος,Απέφευξε,απέφευξα,απορριφθεί,διαλυμένος,διασκορπισμένος,Διαζευγμένος,αποξενωμένος,διαχωρίζω,Χώρισαν

fraternize => αδελφοποιούμαι, fraternization => αδελφοποίηση, fraternity house => Αδελφότητα, fraternity => αδελφότητα, fraternities => φοιτητικές αδελφότητες,