Greek Meaning of friended

Φίλοι

Other Greek words related to Φίλοι

Definitions and Meaning of friended in English

Webster

friended (imp. & p. p.)

of Friend

Webster

friended (a.)

Having friends;

Inclined to love; well-disposed.

FAQs About the word friended

Φίλοι

of Friend, Having friends;, Inclined to love; well-disposed.

έγιναν φίλοι,Συνδεδεμένος,συνδεδεμένος,δεσμευμένος,φίλεψαν,συνδεδεμένος,συναδελφώθηκε,συνδεδεμένο,ομαδοποιημένα,προσχώρησε

αλλοτριωμένος,Απέφευξε,αποξενωμένος,απέφευξα,απορριφθεί,διαλυμένος,διασκορπισμένος,αποσυνδεδεμένος,Διαζευγμένος,αποκομμένος

friend of the court => φίλος του δικαστηρίου, friend => φίλος, friedrich wilhelm nietzsche => Φρίντριχ Βίλχελμ Νίτσε, friedrich wilhelm bessel => Φρίντριχ Βίλχελμ Μπέσελ, friedrich wilhelm august froebel => Φρίντριχ Βίλχελμ Άουγκουστ Φρέμπελ,