Greek Meaning of trudged
περπατούσε με δυσκολία
Other Greek words related to περπατούσε με δυσκολία
- ανακατεμένος
- πατάω
- σκόνταψε
- εισέβαλε
- συσσωματωμένος
- σύρθηκε
- ταλαντεύτηκε
- γαλουμπφέντ
- τράβηξε
- φορτωμένος
- ομαδοποιημένος
- τράνταγμα
- τσαπατσουλιάζω
- σφυρηλατημένο
- γρατζουνισμένο
- καυγάς
- σέρνονταν
- δούλεψε σκληρά
- απολεπισμένος
- κλιμακωτό
- σφραγισμένη
- απορημένος
- πατήθηκε
- υφαντός
- κренάρει
- μαστιγωμένος
- απέτυχε
- τυλιγμένο
- επηρεάστηκε
- ταλαντεύτηκε
- παραπατούσαν
- πατημένο
- ταλαντεύτηκε
- τσαλαβουτώ
- κουνούσε
Nearest Words of trudged
Definitions and Meaning of trudged in English
trudged (imp. & p. p.)
of Trudge
FAQs About the word trudged
περπατούσε με δυσκολία
of Trudge
ανακατεμένος,πατάω,σκόνταψε,εισέβαλε,συσσωματωμένος,σύρθηκε,ταλαντεύτηκε,γαλουμπφέντ,τράβηξε,φορτωμένος
γλίστρησε,ολίσθηση,χτυπημένο,αεράκι,γλίστρησε,παρασυρμένος,επιπλέων,κρεμασμένος,αιωρούνταν,κρεμασμένος (κρεμασμένη)
trudge => Βαδίζω, truculently => κακούργικα, truculent => άγριος, truculency => σκληρότητα, truculence => αγριότητα,