Greek Meaning of truckled
έσκυψε
Other Greek words related to έσκυψε
- Λουστραρισμένος με μήλο
- υποτακτικός
- Επιείκεια
- σάλιος
- κολακευμένος
- αναστατωμένος
- Υποκλίθηκε
- υποβληθεί
- ρουφηξε (πάνω)
- Κολακευτικός
- έτρεχε από πίσω της
- αναβληθέν
- σκλαβωμένος
- ερωτοτροπούσε
- λατρεμένος
- ταπεινωμένος
- κολακεύω
- κολακεμένος
- πεισθεί
- πείθει
- τρομαγμένος
- συρρίκνωση
- κατευνασμένος
- ταπεινωμένος
- αγαπημένος
- κολακευμένος
- σέρθηκε
- πέρπατησε με τα τέσσερα
- χύθηκε
- Εξιδανικευόταν
- ingratiated
- υπερεκτιμημένος
- τρέχω σάλια
- κολακευμένο
- λατρευόμενος
- ενέδωσε
Nearest Words of truckled
- truckle-bed => τροχήλατο κρεβάτι
- truckle bed => Τροχήλατο κρεβάτι
- truckle => καρότσι
- trucking rig => φορτηγό
- trucking industry => Βιομηχανία μεταφορών με φορτηγά
- trucking company => Εταιρεία μεταφορών
- trucking => μεταφορές με φορτηγά
- trucker => οδηγός φορτηγού
- trucked => μεταφέρθηκε με φορτηγό
- truckage => Μεταφορά φορτίου με φορτηγό
Definitions and Meaning of truckled in English
truckled (imp. & p. p.)
of Truckle
FAQs About the word truckled
έσκυψε
of Truckle
Λουστραρισμένος με μήλο,υποτακτικός,Επιείκεια,σάλιος,κολακευμένος,αναστατωμένος,Υποκλίθηκε,υποβληθεί,ρουφηξε (πάνω),Κολακευτικός
περιφρονημένος,περιφρονω,κορόιδευε,περιφρονημένος,εξετάζω,κορόιδεψε,τόλμησε,αψήφησε,κορόιδευε,έκανε πλάκα
truckle-bed => τροχήλατο κρεβάτι, truckle bed => Τροχήλατο κρεβάτι, truckle => καρότσι, trucking rig => φορτηγό, trucking industry => Βιομηχανία μεταφορών με φορτηγά,