FAQs About the word grovelled

πέρπατησε με τα τέσσερα

of Grovel

τρομαγμένος,συρρίκνωση,Τραντάχτηκε,οπισθοχώρησε,τρομοκρατήθηκε,Λευκασμένος,Χλωμός,κολακευμένος,Υποκλίθηκε,συρρικνώθηκε

No antonyms found.

groveling => ερπυστικός, groveler => ερπετό, groveled => σέρθηκε, grovel => σέρνομαι, grove => άλσος,