Greek Meaning of fawned

κολακευμένος

Other Greek words related to κολακευμένος

Definitions and Meaning of fawned in English

Webster

fawned (imp. & p. p.)

of Fawn

FAQs About the word fawned

κολακευμένος

of Fawn

σάλιος,αναστατωμένος,Υποκλίθηκε,Κολακευτικός,Λουστραρισμένος με μήλο,υποτακτικός,έτρεχε από πίσω της,Επιείκεια,αναβληθέν,αγαπημένος

περιφρονημένος,περιφρονω,κορόιδεψε,κορόιδευε,περιφρονημένος,εξετάζω,τόλμησε,αψήφησε,κορόιδευε,έκανε πλάκα

fawn-coloured => Κιτρινωπός-καφέ, fawn-colored => Ξανθογαλανός, fawn lily => κρίνος δάμαλου, fawn => ζαμώδης, fawkner => Fawkner,