Greek Meaning of fussed

αναστατωμένος

Other Greek words related to αναστατωμένος

Definitions and Meaning of fussed in English

Webster

fussed (imp. & p. p.)

of Fuss

FAQs About the word fussed

αναστατωμένος

of Fuss

στέναξε,φώναξε,γκρίνια,παραπονιόταν,βέλαξε,επικρίθηκε,νιαουρίζω,γκρίνιαζε,Γκριζαρισμένος,γρύλισε

αποδεκτό,Χαρούμενος,χάρηκε,ανεκτή,πήρε,χειροκρότησε.,βαρετός,επευφημούσαν,άντεξε,επαινέθηκε

fuss-budget => ψιλομάνης, fuss => φασαρία, fusome => βαρετό, fusion reactor => Αντιδραστήρας σύντηξης, fusion cooking => Συμβολή κουζίνας,