Greek Meaning of objected (to)

αντιτίθεμαι (σε)

Other Greek words related to αντιτίθεμαι (σε)

Definitions and Meaning of objected (to) in English

objected (to)

No definition found for this word.

FAQs About the word objected (to)

αντιτίθεμαι (σε)

αποδοκιμασμένο (από),δυσφημισμένος,συνοφρυώνομαι (πάνω ή πάνω),εξαντλημένος,απορριπτόμενος,περιφρονημένος,γκρινιάζω (για κάποιον/κάτι),Τσιμπώνω (με),κριτικάρετε,ξεπερασμένο

εγκρίθηκε,ευνοϊκός,Μου άρεσε,ευχαριστημένος για,ενέκρινε,ευχαρίστηκα,εγκεκριμένος,αγαπημένος,κυρώσεις,υποστηριζόμενος

object (to) => εναντιώνω, obits => νεκρολογίες, ob-gyns => Γυναικολόγοι-Μαιευτήρες, ob-gyn => Γυναικολόγος, obfuscatory => θολωτικός,