Greek Meaning of object (to)
εναντιώνω
Other Greek words related to εναντιώνω
- επικρίνω
- αποδοκιμάζει (κάτι)
- δυσμένεια
- Αντιπάθεια
- συνοφρυώνομαι (σε ή πάνω)
- κακά
- απορρίπτω
- Επιπλήττω
- άσωτος
- περιφρόνηση
- tut (πάνω ή γύρω από)
- μομφή
- καταγγέλλω
- απαξιώνω
- αποθαρρύνω
- αποθαρρύνω
- περιφρόνηση
- αποστροφή
- αντίπαθεια
- υποτιμώ
- Επιτιμώ
- τσόκαρα
- τσι-τσι (για ή γύρω από)
- μαλώνω
- καταδικάζω
- Επίπληξη
- επίπληξη
- μαλώνω
Nearest Words of object (to)
- objected (to) => αντιτίθεμαι (σε)
- objectified => Αντικειμενοποιημένος
- objectifying => αντικειμενοποίηση
- objecting (to) => (αντιρρησίας (προς))
- objections => αντιρρήσεις
- objectivities => αντικειμενικότητες
- objects => αντικείμενα
- objet => Αντικείμενο
- objet trouvé => Ευρεθείσα
- objet trouve => Αντικείμενο που βρέθηκε
Definitions and Meaning of object (to) in English
object (to)
No definition found for this word.
FAQs About the word object (to)
εναντιώνω
επικρίνω,αποδοκιμάζει (κάτι),δυσμένεια,Αντιπάθεια,συνοφρυώνομαι (σε ή πάνω),κακά,απορρίπτω,Επιπλήττω,άσωτος,περιφρόνηση
εγκρίνω,χάρη,σαν,ευχαριστηθείτε (με),Εγκρίνει,απολαμβάνω,εγκρίνω,αγάπη,κυρώσεις,υποστήριξη
obits => νεκρολογίες, ob-gyns => Γυναικολόγοι-Μαιευτήρες, ob-gyn => Γυναικολόγος, obfuscatory => θολωτικός, obeys => υπακούει,