Greek Meaning of objectifying
αντικειμενοποίηση
Other Greek words related to αντικειμενοποίηση
Nearest Words of objectifying
- objecting (to) => (αντιρρησίας (προς))
- objections => αντιρρήσεις
- objectivities => αντικειμενικότητες
- objects => αντικείμενα
- objet => Αντικείμενο
- objet trouvé => Ευρεθείσα
- objet trouve => Αντικείμενο που βρέθηκε
- objets => αντικείμενα
- objets d'art => αντικείμενα τέχνης
- objets trouves => αντικείμενα που βρέθηκαν
Definitions and Meaning of objectifying in English
objectifying
to give expression to (something, such as an abstract notion, feeling, or ideal) in a form that can be experienced by others, to treat as an object or cause to have objective reality
FAQs About the word objectifying
αντικειμενοποίηση
to give expression to (something, such as an abstract notion, feeling, or ideal) in a form that can be experienced by others, to treat as an object or cause to
ενσωματώνοντας,συμβολίζοντας,ενσωματώνοντας,παραδειγματικός,εξωτερίκευση,εικονογραφική,Απεικόνιση,τυποποίηση,εκδήλωση,εξατομικεύοντας
No antonyms found.
objectified => Αντικειμενοποιημένος, objected (to) => αντιτίθεμαι (σε), object (to) => εναντιώνω, obits => νεκρολογίες, ob-gyns => Γυναικολόγοι-Μαιευτήρες,