Greek Meaning of exemplifying

παραδειγματικός

Other Greek words related to παραδειγματικός

Definitions and Meaning of exemplifying in English

Wordnet

exemplifying (s)

clarifying by use of examples

Webster

exemplifying (p. pr. &. vb. n.)

of Exemplify

FAQs About the word exemplifying

παραδειγματικός

clarifying by use of examplesof Exemplify

επιδεικνύοντας,εικονογραφική,Ανάλυση,επικαλούμενος,clarifying,εξηγώντας,καθορισμός,προτείνοντας,διακαθάριση,Ερμηνεία

θόλωση,θόλωμα,σκοτείνιασμα,σκοτεινός,θολώνοντας,συγκεχυμένος,ομίχλη,θόλωση,μπερδεμένος,συγκεχυμένο

exemplify => παραδειγματίζω, exemplifier => παράδειγμα, exemplified => παραδειγματίζεται, exemplification => παραδειγματισμός, exemplifiable => παραδειγματιστό,