Greek Meaning of muddying

θόλωση

Other Greek words related to θόλωση

Definitions and Meaning of muddying in English

Webster

muddying (p. pr. & vb. n.)

of Muddy

FAQs About the word muddying

θόλωση

of Muddy

απορίας άξιο,απογοητευτικό,συγκεχυμένος,Ανακατωμένος,μπερδεμένος,συγκεχυμένο,μπερδεμένος,παραπλανητικός,ξύλο,σύγχυση

διαβεβαιωτικός,ικανοποιητικό,Ενημέρωση,καθησυχαστικός,διαφωτιστικός

muddy-headed => θολωμένος, muddy up => λασπώνω, muddy => λασπωμένος, muddling => Ανακατωμένος, muddler => γουδοχέρι,