Greek Meaning of stumping
εκπληκτικά
Other Greek words related to εκπληκτικά
- ανακάτεμα
- πατώντας
- σκοντάφτοντας
- εισβολή
- συσσωμάτωση
- σέρνοντας
- σφαδάζω
- Καλπάζοντας
- μεταφορά
- βαρύς
- συσσώρευση
- Σε σπασμούς
- αργός
- χτύπημα
- γρατζουνιές
- καυγάς
- κουτσός
- σκίζω
- απολέπιση
- εκπληκτικός
- σφράγιση
- περιπλάνηση
- βηματισμός
- Ύφανση
- αδέξιος
- προσαράζω
- τρέμουλο
- μαστίγωμα
- πλαταγίζοντας
- ζαλισμένος
- ταλαντεύομαι
- ταλαντευόμενος/η/ο
- τρανταχτός
- πατώντας
- Τρέμουλο
- κουτσαίνοντας
- τρεμάμενος
Nearest Words of stumping
Definitions and Meaning of stumping in English
stumping (n)
campaigning for something by making political speeches (stump speeches)
FAQs About the word stumping
εκπληκτικά
campaigning for something by making political speeches (stump speeches)
ανακάτεμα,πατώντας,σκοντάφτοντας,εισβολή,συσσωμάτωση,σέρνοντας,σφαδάζω,Καλπάζοντας,μεταφορά,βαρύς
ακτοπλοΐα,ολίσθηση,ολίσθηση,χτύπημα,αεράκι,παρασυρμός,επιπλέων,κρεμαστό,Αιωρούμενο,κυματίζω
stumper => αίνιγμα, stump spud => κώνος, stump speech => αυτοσχέδιος λόγος, stump => κούτσουρο, stumbling block => σκόπελος,