Greek Meaning of stun
ζαλίζω
Other Greek words related to ζαλίζω
- ζάλη
- χτύπημα
- παραλύω
- πέτρα
- ρυθμός
- αποδυναμώνω
- γροθιά
- χτύπημα
- Χαστούκι
- χαστούκι
- Απεργία
- Επιπλήττω
- χτυπάω ανόητα
- μπανγκ
- bash
- Ζύμη
- ζώνη
- Μουδιάζω
- ρόπαλο
- μπογκ
- μποπ
- ανατρέπω
- Μπουφές
- τάπα
- κόβω
- δείρω
- Ρολόι
- επιρροή
- μανσέτα
- σφυρί
- καταρρίπτω
- Νοκάουτ
- τσαλακώνω
- μαυλί
- μουδιασμένο
- επικόλληση
- Γούνα
- λίρα
- χτυπάω
- Ραπ
- γυμνοσάλιαγκας
- τιμωρεί
- κάλτσα
- SWAT
- κτύπημα
- χτύπημα
- Ράπισμα
- χτύπημα
- φάλαινα
- εκπλήσσω
Nearest Words of stun
Definitions and Meaning of stun in English
stun (v)
make senseless or dizzy by or as if by a blow
hit something or somebody as if with a sandbag
overcome as with astonishment or disbelief
FAQs About the word stun
ζαλίζω
make senseless or dizzy by or as if by a blow, hit something or somebody as if with a sandbag, overcome as with astonishment or disbelief
ζάλη,χτύπημα,παραλύω,πέτρα,ρυθμός,αποδυναμώνω,γροθιά,χτύπημα,Χαστούκι,χαστούκι
No antonyms found.
stumpy => κοντόχοντρος, stumpknocker => κόμπος, stumping => εκπληκτικά, stumper => αίνιγμα, stump spud => κώνος,