Greek Meaning of poising
πόζα
Other Greek words related to πόζα
- ενθαρρυντικός
- ενδυναμωτικός
- προετοιμασία
- εκνευριστικός
- Κλοπή
- ενδυνάμωση
- οπλισμός
- ενίσχυση
- ενίσχυση
- επιπλέων (πάνω)
- ενίσχυση
- επευφημία (πάνω)
- ελπιδοφόρος
- Ενθάρρυνση
- ενθαρρυντικός
- επιβολή
- πήχυσ
- σκλήρυνση
- εμπνευσμένος
- αποδίδοντας
- στήριξη (προς τα πάνω)
- ψυχικός (ενθάρρυνση)
- συγκέντρωση
- ενισχυτικός
- ενισχύοντας
- διεγερτικός
- καρύκευμα
- Ανάδευση
- υποστηρίζων
- βιώσιμο
- ενίσχυση
Nearest Words of poising
- poison arrow plant => Φυτό δηλητηριωδών βελών
- poison ash => Φυτλόν
- poison bush => Δηλητηριώδης θάμνος
- poison camas => Τοξικό κάμας
- poison cup => Δοχείο με δηλητήριο
- poison dogwood => Κρανιά
- poison gas => Τοξικό αέριο
- poison hemlock => Κώνειο
- poison ivy => Φαρμακερός κισσός
- poison mercury => Τοξικό υδράργυρο
Definitions and Meaning of poising in English
poising (p. pr. & vb. n.)
of Poise
FAQs About the word poising
πόζα
of Poise
ενθαρρυντικός,ενδυναμωτικός,προετοιμασία,εκνευριστικός,Κλοπή,ενδυνάμωση,οπλισμός,ενίσχυση,ενίσχυση,επιπλέων (πάνω)
αποθαρρυντικός,αποθαρρυντικός,Τρέμουλο,ανησυχητικό,εξουθενωτικό,απογοητευτικός,αποθαρρυντικός,εξαντλητικό,υπονομεύω,μαλάκωμα
poiser => ιστάμενο, poised => ήρεμος, poise => ηρεμία, pointy-toed => μυτερό, pointsman => Σημειωτής,