Greek Meaning of arming
οπλισμός
Other Greek words related to οπλισμός
- εκχώρηση
- κατανομή
- ανάθεσης
- ενδυναμωτικός
- προετοιμάζει
- επανεξοπλισμός
- επισκευή
- κατανομή
- απονέμοντας
- συμβάλλοντα
- (ασχολία)
- Διανομή
- διανομή
- διανομή
- δωρίζω
- εξοπλισμός
- διανέμοντας
- μέτρηση (έξω)
- εξοπλισμός
- διανομή (έξω)
- κατανομή (έξω)
- μερίδα
- παρουσιάζοντας
- αναλογική κατανομή
- επανεξοπλίζω
- ανακαίνιση
- αποθήκευση
- παρέχοντας
- εξάρτηση
- Εξάρτηση
- Επίπλωση
- περιτύλιξη
- Giving = Δίνοντας
- εφοδιασμός
- επαναπροσανατολισμός
- Ιστιοφορία
- κάλτσα
Nearest Words of arming
- armin => Άρμιν
- armillas => βραχιόλια
- armillary sphere => ουράνια σφαίρα
- armillary => Αστρολάβος
- armillariella mellea => Αρμιλλάρια η μελίχλωρη
- armillariella => αρμιλλαριέλλα
- armillaria zelleri => μανιτάρι χάρου
- armillaria ponderosa => Αρμιλλάρια η βαριάρμητος
- armillaria caligata => Θωρακίτης ο κίτρινος
- armillaria => Αρμιλλάρια
Definitions and Meaning of arming in English
arming (n)
the act of equiping with weapons in preparation for war
arming (p. pr. & vb. n.)
of Arm
arming (n.)
The act of furnishing with, or taking, arms.
A piece of tallow placed in a cavity at the lower end of a sounding lead, to bring up the sand, shells, etc., of the sea bottom.
Red dress cloths formerly hung fore and aft outside of a ship's upper works on holidays.
FAQs About the word arming
οπλισμός
the act of equiping with weapons in preparation for warof Arm, The act of furnishing with, or taking, arms., A piece of tallow placed in a cavity at the lower e
εκχώρηση,κατανομή,ανάθεσης,ενδυναμωτικός,προετοιμάζει,επανεξοπλισμός,επισκευή,κατανομή,απονέμοντας,συμβάλλοντα
στερητικός,απόσυρση,στέρηση ιδιοκτησίας,αποεπένδυση
armin => Άρμιν, armillas => βραχιόλια, armillary sphere => ουράνια σφαίρα, armillary => Αστρολάβος, armillariella mellea => Αρμιλλάρια η μελίχλωρη,