Greek Meaning of poised
ήρεμος
Other Greek words related to ήρεμος
- σίγουρος
- συλλεγέν
- συντεθειμένος
- σίγουρος
- ψύχραιμος
- ελπιδοφόρος
- αισιόδοξος
- θυμίζει
- ροζ** (róz)
- ασφαλής
- σίγουρος για τον εαυτό του
- σίγουρος για τον εαυτό του
- ψύχραιμος
- Γαλήνιος
- ήρεμος
- ατάραχος
- ακλόνητος
- εφησυχασμένος
- ματαιόδοξος
- κουλ
- εγωιστικός
- εγωιστικός
- ατάραχος
- σημαντικός
- αναίσθητος
- πομπώδης
- υπερήφανος
- υπερήφανος
- αισιόδοξος
- εγωκεντρικός
- εγωιστής
- ατάραχος
- ακλόνητος
- αισιόδοξο
- μάταιος
- αυτο-επηρεασμένος
- αυτάρεσκος
- με αυτοπειθαρχία
- εγωιστικός
- εγωιστικός
- υπεροπτικός
- σίγουρος για τον εαυτό του
- αυτοσυλλεγμένος
- εγωϊστικός
- εγωιστής
- αυτόνομο
- εγωιστής
- ανεξάρτητος
- αυτάρεσκος
- αυτάρκης
- Φιγουρατζής
- μάταιος
- αυτάρεσκος
- ήρεμος
- αυταρχικός
- αυτοελεγχόμενος, εγκρατής
- Ψύχραιμος
- αυτοπροβολή
- απελευθερωμένος
Nearest Words of poised
Definitions and Meaning of poised in English
poised (s)
marked by balance or equilibrium and readiness for action
in full control of your faculties
poised (imp. & p. p.)
of Poise
FAQs About the word poised
ήρεμος
marked by balance or equilibrium and readiness for action, in full control of your facultiesof Poise
σίγουρος,συλλεγέν,συντεθειμένος,σίγουρος,ψύχραιμος,ελπιδοφόρος,αισιόδοξος,θυμίζει,ροζ** (róz),ασφαλής
διστακτικός,ταπεινός,Ανασφαλής,σεμνός,αγχωμένος,ντροπαλός,μη διεκδικητικός,μετριόφρων,ντροπαλός,κόσμιος
poise => ηρεμία, pointy-toed => μυτερό, pointsman => Σημειωτής, pointrel => δείκτης, point-of-sale => Σημείο πώλησης,