Greek Meaning of inuring

αποδίδοντας

Other Greek words related to αποδίδοντας

Definitions and Meaning of inuring in English

Webster

inuring (p. pr. & vb. n.)

of Inure

FAQs About the word inuring

αποδίδοντας

of Inure

σκλήρυνση,ενδυνάμωση,προσαρμοστικός,ρύθμιση,ενίσχυση,ενθαρρυντικός,ενδυναμωτικός,σκληρυντικό,ενισχύοντας,καρύκευμα

αναπηρικός,εξαντλητικός,υπονομεύω,μαλάκωμα,εξασθένιση,εξουθενωτικό,ευνουχιστικός,εξαντλητικό,αποδυναμωτικό,ανικανό να εκτελέσει

inurement => επωφέληση, inured => συνηθισμένος, inure => συνηθίζω, inurbanity => απολίτιστο, inurbane => άξεστος,