Greek Meaning of naturalizing

πολιτογράφηση

Other Greek words related to πολιτογράφηση

Definitions and Meaning of naturalizing in English

Webster

naturalizing (p. pr. & vb. n.)

of Naturalize

FAQs About the word naturalizing

πολιτογράφηση

of Naturalize

υιοθεσία,ιδιοποίηση,Αφομοίωση,δανεισμός,Αγκαλιάζει,ενσωματώνοντας,σφετεριστής,εξημέρωση,απορροφητικός,αλαζόνας

Εγκατάλειψη,εγκατάλειψη,παραιτούμαι,Απορριπτικός,εγκατάλειψη,παράδοση,abjuring,εγκράτεια,απόρριψη,αποκήρυξη

naturalized => πολιτογραφημένος, naturalize => πολιτογραφώ, naturalization => πολιτογράφηση, naturality => Φυσικότητα, naturalistic => νατουραλιστικός,