Greek Meaning of renouncing

εγκατάλειψη

Other Greek words related to εγκατάλειψη

Definitions and Meaning of renouncing in English

Webster

renouncing (p. pr. & vb. n.)

of Renounce

FAQs About the word renouncing

εγκατάλειψη

of Renounce

παραιτούμενος,εγκατάλειψη,παραίτηση,εγκράτεια,παραχώρηση,αρνούμενος,παράδοση,Εγκατάλειψη,abjuring,παραιτούμενος

ιδιοποίηση,υποθέτοντας,διεκδικώντας,αλαζόνας,δημεύω,υπερασπίζοντας,φρούρηση,προστατευτικός,προστασία,προστασία

renouncer => αποκηρυκτής, renouncement => αποκήρυξη, renounced => παραιτήθηκε, renounce => απαρνηθώ, renormalize => Ανακανονικοποιώ,