Greek Meaning of defending
υπερασπίζοντας
Other Greek words related to υπερασπίζοντας
Nearest Words of defending
- defending team => Αμυντική ομάδα
- defendress => υπερασπιστής
- defenestrate => πετάω κάποιον έξω από το παράθυρο
- defenestration => αποπαραθύρωση
- defensative => αμυντικός
- defense => άμυνα
- defense advanced research projects agency => Υπηρεσία Προηγμένων Αμυντικών Ερευνητικών Προγραμμάτων
- defense attorney => Δικηγόρος υπεράσπισης
- defense contractor => Εργολάβος άμυνας
- defense department => Υπουργείο Εθνικής Άμυνας
Definitions and Meaning of defending in English
defending (s)
attempting to or designed to prevent an opponent from winning or scoring
defending (p. pr. & vb. n.)
of Defend
FAQs About the word defending
υπερασπίζοντας
attempting to or designed to prevent an opponent from winning or scoringof Defend
φρούρηση,προστατευτικός,προστασία,υπερασπίζοντας,φύλαξη,προληπτικός,αποταμίευση,προστασία,θωράκιση,Φύλαξη
εφορμώντας,επιτιθέμενος,επιτιθέμενος,Πολιορκώντας,θυελλώδης,υποβάλλει,επίμονος,σπηλαιολογία,υπερθέτω,υποχωρητικός
defender of the faith => υπερασπιστής της πίστεως, defender => υπερασπιστής, defendee => εναγόμενος, defended => υπερασπίστηκε, defendant => εναγόμενος,