Greek Meaning of wresting
πάλη
Other Greek words related to πάλη
Nearest Words of wresting
Definitions and Meaning of wresting in English
wresting (p. pr. & vb. n.)
of Wrest
FAQs About the word wresting
πάλη
of Wrest
στρέφω,Στρέβλωση,εκχύλιση,τραβώ,κλειδί,σπαρακτικό,στύψιμο,yank,εξάρθρωση,μετατόπιση
εισάγοντας,εγκατάσταση,ενσταλάζοντας,εμφύτευση,εμπλοκή,Γέμιση,κράμπαρης,εμβολισμός,σφήνωση
wrester => παλαιστής, wrested => wrest, wrest => παλεύω, wren-tit => Βασιλίσκος, wrenching => σπαρακτικό,