Greek Meaning of copying

αντιγραφή

Other Greek words related to αντιγραφή

Definitions and Meaning of copying in English

Wordnet

copying (n)

an act of copying

FAQs About the word copying

αντιγραφή

an act of copying

αντιγραφή,Μιμούμενος (masc. sing.),απόδοση,πολλαπλασιασμός,αναπαραγωγή,κλωνοποίηση,αντιγραφή,ανακατασκευή,Αναψυκτικός,πλαστογραφία

Δημιουργώντας,προερχόμενος,φανταζόμενος,έναρξη,εφεύρεση

copyholder => Κάτοχος αντιγράφου, copyhold => κτηνοτροφία, copyedit => επιμέλεια κειμένων, copycat => μιμητής, copybook => τετράδιο,