Greek Meaning of copy
Αντίγραφο
Other Greek words related to Αντίγραφο
- Αντίγραφο
- Αναπαραγωγή
- άνθρακας
- Αντίγραφο με άνθρακα
- κλώνος
- κούκλα
- εξαπατώ
- αντίγραφο
- διπλοτυπία
- Φαξ
- μίμηση
- κοροϊδεύω
- replica
- έκδοση
- Προσέγγιση
- πλαστό
- ψεύτικος
- πλαστογραφία
- εικόνα
- εντύπωση
- αποτύπωμα
- απομίμηση
- Ομοιότητα
- μινιατούρα
- μοντέλο
- ψεύτικος
- ψεύτικη
- Εκτύπωση
- Επαναδημιουργία
- Ανασυγκρότηση
- Διπλασιασμός
- μετενσάρκωση
- απάτη
- Σφραγίδα από καουτσούκ
- Ομοιότητα
- απάτη
- προσομοίωση
- εφεδρικό
Nearest Words of copy
- copulative conjunction => Συνδετικός σύνδεσμος
- copulative => συνεκτικός
- copular => συνδετικός
- copula => συνδετικό ρήμα
- coptis trifolia groenlandica => Κοπτίδα η τριφύλλη η γροιλανδική
- coptis groenlandica => Κοπτὶς ἡ γροιλανδική
- coptis => Κόπτη
- coptic church => Κοπτική Εκκλησία
- coptic => κοπτικό
- copt => Κόπτης
Definitions and Meaning of copy in English
copy (n)
a reproduction of a written record (e.g. of a legal or school record)
a thing made to be similar or identical to another thing
matter to be printed; exclusive of graphical materials
material suitable for a journalistic account
copy (v)
copy down as is
reproduce someone's behavior or looks
reproduce or make an exact copy of
make a replica of
FAQs About the word copy
Αντίγραφο
a reproduction of a written record (e.g. of a legal or school record), a thing made to be similar or identical to another thing, matter to be printed; exclusive
Αντίγραφο,Αναπαραγωγή,άνθρακας,Αντίγραφο με άνθρακα,κλώνος,κούκλα,εξαπατώ,αντίγραφο,διπλοτυπία,Φαξ
πρωτότυπο,πρωτότυπο,αρχέτυπο
copulative conjunction => Συνδετικός σύνδεσμος, copulative => συνεκτικός, copular => συνδετικός, copula => συνδετικό ρήμα, coptis trifolia groenlandica => Κοπτίδα η τριφύλλη η γροιλανδική,