Greek Meaning of reincarnation
μετενσάρκωση
Other Greek words related to μετενσάρκωση
- Προσέγγιση
- εντύπωση
- έκδοση
- επιπλέον
- εικόνα
- αποτύπωμα
- Ομοιότητα
- μινιατούρα
- Εκτύπωση
- Επαναδημιουργία
- Ανασυγκρότηση
- εφεδρεία
- Ομοιότητα
- προσομοίωση
- εφεδρικό
- άνθρακας
- Αντίγραφο με άνθρακα
- κλώνος
- Αντίγραφο
- πλαστό
- κούκλα
- εξαπατώ
- αντίγραφο
- διπλοτυπία
- Φαξ
- ψεύτικος
- πλαστογραφία
- μίμηση
- απομίμηση
- κοροϊδεύω
- μοντέλο
- ψεύτικος
- ψεύτικη
- Διπλασιασμός
- Αντίγραφο
- replica
- Αναπαραγωγή
- απάτη
- Σφραγίδα από καουτσούκ
- σκιά
- απάτη
Nearest Words of reincarnation
Definitions and Meaning of reincarnation in English
reincarnation (n)
embodiment in a new form (especially the reappearance or a person in another form)
a second or new birth
the Hindu or Buddhist doctrine that a person may be reborn successively into one of five classes of living beings (god or human or animal or hungry ghost or denizen of Hell) depending on the person's own actions
FAQs About the word reincarnation
μετενσάρκωση
embodiment in a new form (especially the reappearance or a person in another form), a second or new birth, the Hindu or Buddhist doctrine that a person may be r
Προσέγγιση,εντύπωση,έκδοση,επιπλέον,εικόνα,αποτύπωμα,Ομοιότητα,μινιατούρα,Εκτύπωση,Επαναδημιουργία
πρωτότυπο,πρωτότυπο,αρχέτυπο
reincarnate => Μετενσαρκώνω, reinaugurate => Επανεγκαινιάζω, rein orchis => ορχιδέα, rein orchid => Βανίλια, rein in => χαλιναγωγώ,