FAQs About the word throwing away

πετώντας μακρυά

getting rid something that is regarded as useless or undesirable

διάθεση,ντάμπινγκ,αφαίρεση,καταστροφή,απόρριψη,διάθεση,απαλλαγή,</br> παλιοσίδερα,κάθαρση,εκκαθάριση

συσσώρευση,απόκτηση,συλλογή,κατάθεση,συνάντηση,απόκτηση

throwing => ρίχνω, throw-in => πλάγιο άουτ, thrower => αθλητής, throwe => αθλητής ρίψεων, throw-crook => γάντζος,