FAQs About the word inurn

τάφος

To put in an urn, as the ashes of the dead; hence, to bury; to intomb.

θάβω,αφιερώνω,θάψω,βάζω μακριά,τάφος,κρύβω,εξώφυλλο,Κουρτίνα,ΘΑΒΩ,νεκροφόρα

καίω,αποκαλύπτω,ανακαλύπτω,εκταφή,Οθόνη,έκθεση,εκταφή,εκθέτω,αποκαλύπτω,Δείχνω

inuring => αποδίδοντας, inurement => επωφέληση, inured => συνηθισμένος, inure => συνηθίζω, inurbanity => απολίτιστο,