Greek Meaning of enumerating

αρίθμηση

Other Greek words related to αρίθμηση

Definitions and Meaning of enumerating in English

Webster

enumerating (p. pr. & vb. n.)

of Enumerate

FAQs About the word enumerating

αρίθμηση

of Enumerate

λεπτομερής,καταχώρηση,Περίγραμμα,απαγγέλλοντας,υπολογίζοντας,καταλογογράφηση,καταλογογράφηση,επικαλούμενος,υπολογισμός,εξειδίκευση

γενικεύοντας

enumerated => απαριθμούμενος, enumerate => απαριθμώ, enumerable => απαριθμήσιμος, enuki => enuki, enucleation => Ενουκλεατισμός,