Greek Meaning of enumerated

απαριθμούμενος

Other Greek words related to απαριθμούμενος

Definitions and Meaning of enumerated in English

Webster

enumerated (imp. & p. p.)

of Enumerate

FAQs About the word enumerated

απαριθμούμενος

of Enumerate

λεπτομερής,περίτεχνος,καταχωρημένα,αναφερόμενος,αριθμημένοι,ιδιαίτερο,συγκεκριμένος,συγκεκριμένος,αναλυτικός,άφθονος

σύντομος,περιεκτικός,περίληψη,συντομευμένος,συντομευμένο,ασαφής,συμπαγής,περιεκτικός,Κροκαλένια,κόβω

enumerate => απαριθμώ, enumerable => απαριθμήσιμος, enuki => enuki, enucleation => Ενουκλεατισμός, enucleating => εξεγκεφαλισμός,