Greek Meaning of numerated

αριθμημένοι

Other Greek words related to αριθμημένοι

Definitions and Meaning of numerated in English

Webster

numerated (imp. & p. p.)

of Numerate

FAQs About the word numerated

αριθμημένοι

of Numerate

λεπτομερής,απαριθμούμενος,αναφερόμενος,ιδιαίτερο,συγκεκριμένος,αναλυτικός,άφθονος,ακριβής,περιστασιακός,ολοκληρωμένο

σύντομος,συμπαγής,περιεκτικός,περιεκτικός,κοντός,σύντομο,περίληψη,συντομευμένος,συντομευμένο,ασαφής

numerate => Αριθμητικός, numerary => αριθμητικός, numerally => αριθμητικά, numeral => αριθμός, numeracy => αριθμητική,