Greek Meaning of numerated
αριθμημένοι
Other Greek words related to αριθμημένοι
- λεπτομερής
- απαριθμούμενος
- αναφερόμενος
- ιδιαίτερο
- συγκεκριμένος
- αναλυτικός
- άφθονος
- ακριβής
- περιστασιακός
- ολοκληρωμένο
- άφθονος
- Σωστό
- λεπτό
- Οριοθετημένος
- περίτεχνος
- εγκυκλοπαιδικός
- εξαντλητικός
- γεμάτος
- Περιεκτικός
- καταχωρημένα
- λεωφορείο
- πανοραμικός
- συγκεκριμένος
- εμπεριστατωμένος
- διεξοδικός
- λεπτό προς λεπτό
- ολοκληρωμένο
- περιγραφικός
- διακριτός
- ολόκληρος
- ακριβές
- εξαντλητικός
- σαφής
- γραφικός
- Γραφικός
- γραφικός
- ακριβής
- πλήρης
- ζωηρός
- Συμπεριληπτική
- διεξοδικός
- χαρτογραφημένος (έξω)
- σύντομος
- συμπαγής
- περιεκτικός
- περιεκτικός
- κοντός
- σύντομο
- περίληψη
- συντομευμένος
- συντομευμένο
- ασαφής
- Κροκαλένια
- κόβω
- γενικός
- απροσδιόριστος
- Αδιάφορος
- περιεκτικός
- συντομευμένο
- σκιαγραφημένος
- περιεκτικός
- κομμένος
- ασαφής
- περικομμένος
- κλαδεμένο
- οπτική γωνία πουλιού
- Ευρύς
- ασαφής
- μη ειδική
- συνολικά
- αδιευκρίνιστο
Nearest Words of numerated
Definitions and Meaning of numerated in English
numerated (imp. & p. p.)
of Numerate
FAQs About the word numerated
αριθμημένοι
of Numerate
λεπτομερής,απαριθμούμενος,αναφερόμενος,ιδιαίτερο,συγκεκριμένος,αναλυτικός,άφθονος,ακριβής,περιστασιακός,ολοκληρωμένο
σύντομος,συμπαγής,περιεκτικός,περιεκτικός,κοντός,σύντομο,περίληψη,συντομευμένος,συντομευμένο,ασαφής
numerate => Αριθμητικός, numerary => αριθμητικός, numerally => αριθμητικά, numeral => αριθμός, numeracy => αριθμητική,