Greek Meaning of numerable

αριθμήσιμος

Other Greek words related to αριθμήσιμος

Definitions and Meaning of numerable in English

Wordnet

numerable (s)

that can be counted

Webster

numerable (v. t.)

Capable of being numbered or counted.

FAQs About the word numerable

αριθμήσιμος

that can be countedCapable of being numbered or counted.

περιγεγραμμένο,ανεξερεύνητος,περιορισμένος,μετρήσιμος,μετρήσιμο,περιορισμένος,Ορίζοντες,ορισμένος,ορισμένος,πεπερασμένος

ατελείωτος,αμέτρητος,Αόριστος,απροσδιόριστος,άπειρος,ανεμπόδιστη,Απροσδιόριστος,αβυσσαλέος,απεριόριστος,απεριόριστος

numenius borealis => Καλαμοκαννάς, numenius arquata => Γαλιάντρα, numenius => Κουρούνα, numen => Θεός, numdah rug => Χαλί νουμντά,