Greek Meaning of undefined

Απροσδιόριστος

Other Greek words related to Απροσδιόριστος

Definitions and Meaning of undefined in English

Wordnet

undefined (a)

not precisely limited, determined, or distinguished

FAQs About the word undefined

Απροσδιόριστος

not precisely limited, determined, or distinguished

Αδύναμος,ασαφής,θολός,σκοτεινός, -ή, -ό,αχνός,ομιχλώδης,ασαφής,θολό,Αόριστος,ασαφής

βέβαιος,σαφής,ορισμένος,διακριτός,προφανής,φωτεινό,εμφανής,διαφανής,απλός,δυνατός

undefine => απροσδιόριστο, undefinable => ακαθόριστος, undefiled => αμόλυντος, undeferential => αγενής, undefended => απροστάτευτος,