Greek Meaning of instancing
δημιουργία παρουσίας
Other Greek words related to δημιουργία παρουσίας
Nearest Words of instancing
Definitions and Meaning of instancing in English
instancing (p. pr. & vb. n.)
of Instance
FAQs About the word instancing
δημιουργία παρουσίας
of Instance
επικαλούμενος,αναφέρων,προτείνοντας,αναφέροντας,αναφορά,καθορισμός,συγκινητικός,αναφέροντας σε,επιβεβαιώνοντας,επικυρωτικό
αγνοώντας,λήθη,αγνοώντας,παραμελώ,θέα,διερχόμενος,προσπέραση,υποτιμητικό
instanced => κατ' ενότητα, instance => περίπτωση, instamp => Instamp, instalment => δόση, installment rate => δόση δανείου,