Greek Meaning of rejected

απορριπτόμενος

Other Greek words related to απορριπτόμενος

Definitions and Meaning of rejected in English

Wordnet

rejected (s)

rebuffed (by a lover) without warning

Webster

rejected (imp. & p. p.)

of Reject

FAQs About the word rejected

απορριπτόμενος

rebuffed (by a lover) without warningof Reject

εγκαταλελειμμένος,έρημος,αναξιοποίητος,ελεύθερος,άδειος,ερειπωμένο,έρημος,απορριφθεί,άδειος,ξεχασμένος

ανακτημένο,ανακτηθεί,λυτρωμένος,αποκατεστημένος,ανάκτηση,Διασωθείς,αποθηκευμένο,αποκατεστημένος,διασωθεί,ανάρρωσε

rejectaneous => απορριπτικός, rejectamenta => απόβλητα, rejectable => απορριπτέο, reject => απορρίπτω, reiver => ληστής,