Greek Meaning of scolded

μάλωσε

Other Greek words related to μάλωσε

Definitions and Meaning of scolded in English

Webster

scolded (imp. & p. p.)

of Scold

FAQs About the word scolded

μάλωσε

of Scold

νουθετώ,κατηγορηθεί,διδάσκω,Επιτιμήθηκε,κριτικάρετε,επιτέθηκε,επικρίθηκε,‏επιμελήθηκε‏,τιμωρηθείς,ελαττωματικό

εγκρίθηκε,ενέκρινε,εγκεκριμένος,κυρώσεις,επαίνεσε,υμνεί,επαινεμένος

scold => μαλώνω, scoke => απαιτητικός, scoinson arch => Καμπύλη τόξου, scofflaw => Υβριστής του νόμου, scoffingly => ειρωνικά,