Greek Meaning of fussing
φασαρία
Other Greek words related to φασαρία
Nearest Words of fussing
Definitions and Meaning of fussing in English
fussing (p. pr. & vb. n.)
of Fuss
FAQs About the word fussing
φασαρία
of Fuss
παραπονούμενος,γκρίνια,διαμαρτυρόμενος,γκρινιάρης,γκρινιάζω,κραυγάζοντας,παράπονο,Ανυπόμονος,δυσανεκτός,αδιάλλακτος
μόνιμος,Αποδεκτός,ανθεκτικός,ασθενής,ανεκτικός,πρόθυμος,ανεκτικός,συγχωρητικός,επιεικής,γκρινιάρης
fussiness => φασαρία, fussily => λεπτομερώς, fussed => αναστατωμένος, fuss-budget => ψιλομάνης, fuss => φασαρία,