FAQs About the word fusspot

γκρινιάρης

thinks about unfortunate things that might happen

μωρό,γκρινιάρης,μίζερος,Κάβουρας,κλαψιάρης,γκρινιάρης,τσιμπίδα,γκρινιάρης,γκρινιάζω,γκρινιάρης

Χαρούμενος κατασκηνωτής

fussing => φασαρία, fussiness => φασαρία, fussily => λεπτομερώς, fussed => αναστατωμένος, fuss-budget => ψιλομάνης,