Greek Meaning of quibbled
διαφωνούσε
Other Greek words related to διαφωνούσε
- επικρίθηκε
- έκρινε αυστηρά
- παραπονιόταν
- αναστατωμένος
- γκρίνιαζε
- γκρινιάρης
- γκρινιάζω
- Γκρίνιαζε
- επικρίθηκε
- κριτικάρετε
- ελαττωματικό
- γκρινιάζω
- γκρίνιαζε
- γκρίνιαζε
- στέναξε
- μουρμούρισε
- σχίζω τρίχες
- τσίριξε
- γκρίνια
- φλυαρούσε
- ενισχυμένος
- στενόχωρος
- πέθανε
- γκρίνιαζε
- γρύλισε
- κλώτσησε
- ψιθύρισε
- τσίριξε / φώναξε δυνατά
- έκλαιγε
- γκρίνιαξε
- ούρλιαζε
- ουρλιαχτός
- ούρλιαξε
Nearest Words of quibbled
Definitions and Meaning of quibbled in English
quibbled (imp. & p. p.)
of Quibble
FAQs About the word quibbled
διαφωνούσε
of Quibble
επικρίθηκε,έκρινε αυστηρά,παραπονιόταν,αναστατωμένος,γκρίνιαζε,γκρινιάρης,γκρινιάζω,Γκρίνιαζε,επικρίθηκε,κριτικάρετε
χειροκρότησε.,εγκρίθηκε,επαινέθηκε,επαίνεσε,προτεινόμενο,με την υποστήριξη,επαινεμένος,ενέκρινε,υποστηριζόμενος,πρωταθλητής
quibble => μαλλιοκουβέντα,λεπτομέρεια, quib => κακός, quiaquia => Κιακουιά, qui vive => Ποιος είσαι;, quezon city => Quezon City,