Greek Meaning of quibbled

διαφωνούσε

Other Greek words related to διαφωνούσε

Definitions and Meaning of quibbled in English

Webster

quibbled (imp. & p. p.)

of Quibble

FAQs About the word quibbled

διαφωνούσε

of Quibble

επικρίθηκε,έκρινε αυστηρά,παραπονιόταν,αναστατωμένος,γκρίνιαζε,γκρινιάρης,γκρινιάζω,Γκρίνιαζε,επικρίθηκε,κριτικάρετε

χειροκρότησε.,εγκρίθηκε,επαινέθηκε,επαίνεσε,προτεινόμενο,με την υποστήριξη,επαινεμένος,ενέκρινε,υποστηριζόμενος,πρωταθλητής

quibble => μαλλιοκουβέντα,λεπτομέρεια, quib => κακός, quiaquia => Κιακουιά, qui vive => Ποιος είσαι;, quezon city => Quezon City,