Greek Meaning of crabbed
στενόχωρος
Other Greek words related to στενόχωρος
- ξαφνικός
- αντικοινωνικός
- αμβλύς
- απότομος
- σταυρός
- τραγανός
- σύντομος
- δυσάρεστος
- βαρύς
- γκρινιάρης
- ακατάλληλος
- απρεπής
- κατσούφης
- μουρτζούφλης
- σαρκαστικός
- αλαζόνας
- αγενής
- θρασύς
- απότομος
- φαντασμένος
- αγενής
- αγενής
- γελοίος
- ματαιόδοξος
- Υπερόπτης
- αυταρχικός
- Θρασύς
- εσφαλμένος
- απρεπής
- θρασύς
- άξεστος
- αυταρχικός
- πομπώδης
- αυθάδης
- επιτηδευμένος
- θρασύς
- κοφτερός
- υποτιμητικός
- ανώτερος
- απρόσεκτος
- αγενής
- ανάρμοστος
- χυδαίος
- σύντομος
- Τόξο
- Θρασύς
- έντονος
- θρασύς
- θρασύς
- θρασύς
- θρασύς
- Αγενής
- αγενής
- φρέσκος
- αυταρχικός
- Κακομαθημένος
- Αμαθής
- αναιδής
- αγενής
- αναίσθητος
- Αγενής
- θρασύς
- αναιδής
- ακατάλληλος
- άξεστος
- αγενής
- άσχημος
- αγενής
- αγενής
- θρασύς
- αποδεκτός
- κατάλληλος
- πολιτικός
- προσεκτικός
- Σωστό
- ευγενικός
- σεβαστικός
- υπάκουος
- ζωηρός
- καλός
- φιλεύσπλαχνος
- ταπεινός
- σεμνός
- ευγενικός
- κατάλληλος
- σεβαστός
- δεξιά
- κατάλληλος
- στοχαστικός
- Φιλικός
- γινόμενος
- ιπποτικός
- φιλικός
- αυλικός
- αξιοπρεπής
- ευπρεπής
- χαρούμενος
- κατάλληλο
- κατάλληλος
- φιλικός
- γενναιοδωρος
- λαμπρός
- χαριτωμένος
- φιλόξενος
- ευγενικός
- συναντώ
- σεβαστός
- πρέπουσα
- κοινωνικός
- υποτακτικός
- μη διεκδικητικός
- Ευγενής
- υποχωρητικός
- αρμόζων
- Τελετουργικός
- κομψός
- εκλεπτυσμένος
Nearest Words of crabbed
- crabbedness => πεισματικότητα
- crabbiness => ευερεθιστότητα
- crabby => γκρινιάρης
- crabby person => Ευέξαπτος άνθρωπος
- crabeater seal => Φώκια καρκινοφάγος
- crab-eating dog => σκυλί σταχυοφάγος
- crab-eating fox => Αρκουδογάτα
- crab-eating macaque => Μακάκος ο καβουροφάγος
- crab-eating opossum => Καρκινοφάγος οπόσουμ
- crab-eating raccoon => Ρακούν
Definitions and Meaning of crabbed in English
crabbed (s)
annoyed and irritable
FAQs About the word crabbed
στενόχωρος
annoyed and irritable
ξαφνικός,αντικοινωνικός,αμβλύς,απότομος,σταυρός,τραγανός,σύντομος,δυσάρεστος,βαρύς,γκρινιάρης
αποδεκτός,κατάλληλος,πολιτικός,προσεκτικός,Σωστό,ευγενικός,σεβαστικός,υπάκουος,ζωηρός,καλός
crabapple jelly => γέλη κράμπελ, crabapple => Άγριο μήλο, crab nebula => Νεφέλωμα του Καρκίνου, crab louse => Φθειρίαση, crab louis => Κραμπ Λούις,