Greek Meaning of niggled
γκρίνιαζε
Other Greek words related to γκρίνιαζε
- παραπονιόταν
- αναστατωμένος
- στέναξε
- γκρινιάρης
- διαφωνούσε
- Γκρίνιαζε
- επικρίθηκε
- επικρίθηκε
- έκρινε αυστηρά
- κριτικάρετε
- ελαττωματικό
- γκρίνιαζε
- κλώτσησε
- μουρμούρισε
- σχίζω τρίχες
- τσίριξε
- γκρίνια
- ενισχυμένος
- γκρινιάζω
- στενόχωρος
- πέθανε
- γκρίνιαζε
- γκρινιάζω
- γρύλισε
- γκρίνιαζε
- ψιθύρισε
- τσίριξε / φώναξε δυνατά
- έκλαιγε
- γκρίνιαξε
- φλυαρούσε
- ούρλιαζε
- ουρλιαχτός
- ούρλιαξε
Nearest Words of niggled
Definitions and Meaning of niggled in English
niggled (imp. & p. p.)
of Niggle
FAQs About the word niggled
γκρίνιαζε
of Niggle
παραπονιόταν,αναστατωμένος,στέναξε,γκρινιάρης,διαφωνούσε,Γκρίνιαζε,επικρίθηκε,επικρίθηκε,έκρινε αυστηρά,κριτικάρετε
επαινέθηκε,επαίνεσε,προτεινόμενο,χειροκρότησε.,εγκρίθηκε,με την υποστήριξη,επαινεμένος,ενέκρινε,υποστηριζόμενος,πρωταθλητής
niggle => γκρίνια, nigged => δεν μεταφράστηκε, niggardy => τσιγγούνης, niggardship => φιλαργυρία, niggardous => φειδωλός,