Greek Meaning of niggled

γκρίνιαζε

Other Greek words related to γκρίνιαζε

Definitions and Meaning of niggled in English

Webster

niggled (imp. & p. p.)

of Niggle

FAQs About the word niggled

γκρίνιαζε

of Niggle

παραπονιόταν,αναστατωμένος,στέναξε,γκρινιάρης,διαφωνούσε,Γκρίνιαζε,επικρίθηκε,επικρίθηκε,έκρινε αυστηρά,κριτικάρετε

επαινέθηκε,επαίνεσε,προτεινόμενο,χειροκρότησε.,εγκρίθηκε,με την υποστήριξη,επαινεμένος,ενέκρινε,υποστηριζόμενος,πρωταθλητής

niggle => γκρίνια, nigged => δεν μεταφράστηκε, niggardy => τσιγγούνης, niggardship => φιλαργυρία, niggardous => φειδωλός,

Shares
sharethis sharing button Share
whatsapp sharing button Share
facebook sharing button Share
twitter sharing button Tweet
messenger sharing button Share
arrow_left sharing button
arrow_right sharing button