Greek Meaning of ingratiated

ingratiated

Other Greek words related to ingratiated

Definitions and Meaning of ingratiated in English

Webster

ingratiated (imp. & p. p.)

of Ingratiate

FAQs About the word ingratiated

ingratiated

of Ingratiate

παρηγορημένος,ηρεμημένος,παρηγορημένος,ηρεμεί,Ηρεμος,πείθει,ικανοποιημένος,Χαρούμενος,αφοπλισμένος,κολακευμένος

επιβαρυντική,ενοχλημένος,εχθρικός,ενοχλημένο,υπό παρακολούθηση,τριμμένο,σταυρωμένος,εκνευρισμένος,γδαρμένος,πήρα

ingratiate => γλυκομιλώ, ingrately => αχάριστα, ingrateful => αχάριστος, ingrate => αχάριστος, ingrapple => αγωνίζομαι,